Δεν την σκότωσε γιατί του φώναζε ή γιατί τσακώθηκαν. Την σκότωσε γιατί τη θεωρούσε κτήμα του. Την πήρε από τα 15 της ως λάφυρο που δεν ήθελε να χάσει
Και τώρα τι; Την σκότωσε γιατί την αγαπούσε;
Την δολοφόνησε και προσπάθησε να στήσει το τέλειο έγκλημα επειδή είχε… πάθος γι’ αυτήν;
Είναι έγκλημα πάθους μια ακόμη γυναικοκτονία;
Ξεκάθαρα και χωρίς κανένα δισταγμό. Η δολοφονία οποιασδήποτε γυναίκας δεν γίνεται από πάθος.
Όλα αυτά είναι δικαιολογίες για να μειωθεί η ένταση των εγκλημάτων.
Όταν μπαίνει μπροστά το πάθος, ο έρωτας ή η ζήλια για να αιτιολογηθεί μια δολοφονία γυναίκας, τότε δολοφονούμε για δεύτερη φορά το θύμα.
Ξεκάθαρα λοιπόν να σταματήσουμε να μιλάμε για εγκλήματα πάθους και να δούμε την πραγματική αιτία. Και αυτή δεν είναι άλλη από τον εξουσιαστικό χαρακτήρα με τον οποίο πλάθουμε τους άνδρες σ’ αυτή τη χώρα, κι όχι μόνο.
Είναι ότι τα πάντα οδηγούν σε μια ηθελημένη ή ακούσια διάθεση που έχει μια μεγάλη μερίδα του ανδρικού πληθυσμού να θεωρεί τις γυναίκες «κτήματα».
Ακόμη κι αν δεν το θέλει ένας άνδρας, ακόμη κι αν ομνύει στην ισότητα και τα δικαιώματα των γυναικών, έχει «εκπαιδευτεί» δυστυχώς σε μια πατριαρχική αντίληψη.
Που δυστυχώς μπορεί να βγει στην επιφάνεια σε στιγμές που κανείς δεν το περιμένει.
Ο τρυφερός, πετυχημένος, αγαπητός σε όλους, οικογενειάρχης μπορεί σε μια στιγμή να μετατραπεί σε τέρας, επειδή ενδόμυχα έχει την αίσθηση του «κυρίαρχου», του αφεντικού, του «μάτσο» που μπορεί και να απλώνει χέρι, και να στέλνει στο νοσοκομείο, και να δολοφονεί ενίοτε την γυναίκα.
Γιατί «του ανήκει», γιατί έτσι ανατράφηκε. Από το σχολείο, από τις παρέες, από την κοινωνία, από τον εργασιακό χώρο μαθαίνουμε να είμαστε «ανώτεροι». Όχι απαραίτητα μαθαίνουμε με ξεκάθαρο τρόπο. Αλλά με διάφορα μικροπράγματα που ποτίζουν την σκέψη των ανδρών.
Από τον πατέρα που λέει στο μικρό γιο: «Ελα μωρέ, το γκομενάκι τα θέλει», μέχρι την παρέα των εφήβων ή των μεγαλύτερων που βλέπουν ένα κορίτσι στο δρόμο και σχολιάζουν το «ελαφρύ» ντύσιμο.
Κι από τις αντρικές κουβέντες του στυλ «τα θέλει γιατί κουνιέται έτσι στο χορό», μέχρι τον σύζυγο που ζηλεύει τη γυναίκα του γιατί πάει για καφέ, όταν ο ίδιος ξημεροβραδιάζεται με παρέες χωρίς να δίνει λογαριασμό.
Για να μη μιλήσουμε για το ίδιο το κράτος που κλείνει το μάτι σε πατριαρχικές αντιλήψεις με νόμους περί υποχρεωτικής αντίληψης που υποτίθεται ότι θα σταματήσουν περιπτώσεις όπως αυτή της Καρολάιν, δηλαδή «θα πάρω το παιδί και θα φύγω». Τέτοιοι νόμοι και τέτοιες συμπεριφορές οπλίζουν το χέρι του υποψήφιου συζυγοκτόνου.
Μου έλεγε μια γυναίκα ότι πολλές φορές ο άνδρας δεν ανέχεται να τον χωρίσει μια γυναίκα. Δεν μπορεί να ακούει το «χωρίζουμε».
Πληγώνεται το εγώ του, καταρρέει ο μύθος του κατακτητή και κυρίαρχου. Και τελικά χωρίζει ο άνδρας τη γυναίκα απλά και μόνο για να έχει το πάνω χέρι. Για να πει «εγώ σε χώρισα κ@@@α».
Δυστυχώς έτσι είναι ποτισμένη η κοινωνία. Με αυτό το δηλητήριο που δεν είναι εμφανές, που πολλές φορές κρύβεται πίσω από την μάσκα του καλού, όμορφου, σέξι ή κοινωνικά αποδεκτού αρσενικού.
Και που ευτυχώς δεν καταλήγει πάντα σε δολοφονίες. Όμως, τι σημαίνει πάντα;
Εστω και μια γυναίκα να δολοφονείται από τον άνδρα της, τον σύντροφό της ή και τον πατέρα της, πρόκειται για έγκλημα καθοσιώσεως.
Εστω κι ένας μώλωπας στο πρόσωπο μιας γυναίκας είναι έγκλημα.
Η δολοφονία στα Γλυκά Νερά μας έχει συγκλονίσει όλους, όχι όμως τους πάντες για τον ίδιο λόγο.
Αλλοι συγκλονίστηκαν γιατί δεν περίμεναν ή δεν πίστευαν μια τέτοια εξέλιξη.
Αλλοι γιατί ο άνδρας ήταν καλός, αγαπητός, πετυχημένος, υπεραγαπούσε τη γυναίκα του, άρα πώς το έκανε αυτό.
Αλλοι γιατί θα βρουν κάποια δικαιολογία να πουν γιατί όπλισε τα χέρια του δολοφόνου, γιατί τα έκανε δαγκάνες που έπνιξαν το άτυχο κορίτσι.
Η πραγματική αιτία, όμως, είναι μία, κι ένα το ερώτημα που πρέπει να γίνει: «Γιατί την σκότωσες; Πώς τόλμησες; Δεν ήταν κτήμα σου. Δεν σου άνηκε ακόμη κι αν ήταν γυναίκα σου».
Αν θέλουμε να είμαστε μια σοβαρή κοινωνία, αν θέλουμε να δικαιώσουμε την ψυχούλα ενός 20χρονου κοριτσιού που μόλις είχε γίνει μάνα, ένα πράγμα δεν πρέπει να κάνουμε. Να την… ενοχοποιήσουμε.
Δεν την σκότωσε γιατί αντέδρασε στον άνδρα… κυρίαρχο.
Δεν την σκότωσε γιατί του φώναζε. Δεν την σκότωσε γιατί τον είπε ανόητο. Δεν δολοφονήθηκε γιατί μίλησε παραπάνω απ’ ότι έπρεπε ή απείλησε να φύγει από το σπίτι.
Την σκότωσε γιατί είναι δολοφόνος και καμιά δικαιολογία δεν υπάρχει.
Την σκότωσε και δεν πρόκειται να ησυχάσει ποτέ. Γιατί δολοφόνησε ένα μικρό κορίτσι και άφησε ορφανό ένα μωρό.
Κι αυτό δεν θα του το συγχωρήσουμε ποτέ…
in.gr