Κύπρος, «Αττίλας I»: Τις πταίει;

Βαγγέλης Στεργιόπουλος

Η ελληνική στρατιωτική ηγεσία διαβεβαίωνε τον Αρχηγό του ΓΕΕΦ ότι επρόκειτο για άσκηση των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και συνιστούσε «αυτοσυγκράτηση»

Με αφορμή τη συμπλήρωση 47 ετών από την έναρξη της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, θεωρήσαμε ενδιαφέρουσα την ανάδειξη των συμπερασμάτων στα οποία κατέληξε η Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής των Ελλήνων και της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας αναφορικά με τις ευθύνες του ελληνικού στρατοπέδου για την επιτυχή έκβαση του διαβόητου σχεδίου εισβολής της γείτονος με την κωδική ονομασία «Αττίλας Ι» (20-22 Ιουλίου 1974) και τη δημιουργία ενός ασφαλούς προγεφυρώματος εντός τριών ημερών.

Τα σχετικά πορίσματα της προαναφερθείσης Εξεταστικής Επιτροπής, που περιλαμβάνονται στον περίφημο «Φάκελο Κύπρου», έχουν συνοπτικά ως εξής:

Σύμφωνα με το λεγόμενο σχέδιο Κ, το αμυντικό σχέδιο της Κυπριακής Δημοκρατίας σε περίπτωση εχθρικής εισβολής, η απόκρουση των εισβολέων θα έπρεπε, με πρωτοβουλία και ευθύνη του ΓΕΕΦ (Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς), να αρχίσει από τη στιγμή που ο τουρκικός στόλος έμπαινε στα χωρικά ύδατα της Κυπριακής Δημοκρατίας, δηλαδή πριν από τις 5:20 π.μ. της 20ής Ιουλίου 1974.

Όπως προκύπτει από το αποδεικτικό υλικό που συγκεντρώθηκε, το ΓΕΕΦ δεν εκπλήρωσε την υποχρέωσή του αυτήν ούτε τη στιγμή της έναρξης της κατάστασης πολέμου (τη στιγμή της παραβίασης των κυπριακών χωρικών υδάτων από τουρκικά σκάφη), ούτε όταν εμφανίστηκαν στον εναέριο χώρο της Κυπριακής Δημοκρατίας τουρκικά αεροσκάφη, ούτε όταν πραγματοποιούνταν ρίψεις τούρκων αλεξιπτωτιστών και βομβαρδισμοί διαφόρων στόχων επί κυπριακού εδάφους, ούτε όταν βαλλόταν και βυθιζόταν μία τορπιλάκατος, ούτε ακόμα κι όταν άρχιζε, με την κάλυψη εχθρικών πολεμικών πλοίων και αεροσκαφών, στις 5:20 π.μ. της 20ής Ιουλίου, η απόβαση (μάλλον αποβίβαση) των τουρκικών δυνάμεων στην ακτή Πέντε Μίλι της περιοχής της Κυρήνειας.

Γι’ αυτήν την απαράδεκτη στάση, γι’ αυτές τις σοβαρότατες αξιόποινες πράξεις εν καιρώ πολέμου, ευθύνη φέρει, πέραν πάσης αμφιβολίας, ολόκληρη η στρατιωτική ηγεσία του ΓΕΕΦ, της Ναυτικής και της Αεροπορικής Διοίκησης της Κύπρου (Γεωργίτσης, Γιαννακόδημος, Παπαγιάννης, Καραστατήρας κ.ά.), όπως και οι επικεφαλής επιμέρους στρατιωτικών σχηματισμών και τμημάτων. Οι εν λόγω έλληνες στρατιωτικοί είχαν πλήρη και σαφή γνώση τού ότι η μη προβολή αντίστασης στην τουρκική εισβολή μπορούσε να ωφελήσει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του εχθρού και να βλάψει τις πολεμικές δυνάμεις της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπερ και εγένετο.

Τα ίδια αδικήματα διεπράχθησαν και από όσους αποτελούσαν την ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων στην Ελλάδα (Μπονάνος κ.ά.), καθώς και από άλλους υψηλόβαθμους αξιωματικούς (Αρχηγούς Κλάδων, Διοικητές Επιτελικών Γραφείων κ.λπ.), που καθησύχαζαν τον Αρχηγό του ΓΕΕΦ, όταν αυτός προέβαινε σε επίμονες αιτήσεις-παρακλήσεις για τη λήψη διαταγών, τον διαβεβαίωναν ότι επρόκειτο για άσκηση των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και συνιστούσαν έως τις 8:20 π.μ. της 20ής Ιουλίου «αυτοσυγκράτηση», έναν όρο άγνωστο μέχρι τότε στη στρατιωτική ορολογία.

Εξάλλου, κατά το πενθήμερο από 15 έως 19 Ιουλίου, όταν όλα φανέρωναν ότι επέκειτο τουρκική εισβολή στην Κύπρο, η ηγεσία των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, αντί να λάβει εγκαίρως τα μέτρα της για την αντιμετώπιση του κινδύνου, εφησύχαζε στα θέρετρά της.

Η ηγεσία των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων περιορίστηκε απλώς στη συνεχή αναπαραγωγή της ψευδούς πληροφορίας για ύποπτες κινήσεις μεγάλων αεροπορικών κ.ά. δυνάμεων της Σοβιετικής Ένωσης ή άλλων χωρών, ώστε να δικαιολογεί την απόλυτη αδράνειά της σε σχέση με την πολεμική αναμέτρηση που είχε αρχίσει στην Κύπρο.

Και βέβαια, κινήσεις καθαρά θεατρικού χαρακτήρα, όπως ο άκαιρος απόπλους δύο υποβρυχίων ή η κήρυξη των αεροπορικών δυνάμεων της χώρας σε κατάσταση ετοιμότητας, ουδέν απέδωσαν.

in.gr