Η «ολική επαναφορά» της ελληνικής οικονομίας

Το ΑΕΠ ξεπέρασε τα προ πανδημίας επίπεδα – Σε πολυετή ανοδικό κύκλο η χώρα, καθώς οι ετήσιες χρηματοδοτικές ροές θα είναι τριπλάσιες σε σχέση με την προηγούμενη 20ετία

Τάσος Μαντικίδης

«Ολική επαναφορά», μετά και τα στοιχεία-έκπληξη (+16,2%) του β’ τριμήνου, όπου το ελληνικό ΑΕΠ βρέθηκε σχεδόν 1% υψηλότερα από τα προ πανδημίας επίπεδα, «βλέπουν» για την ελληνική οικονομία οικονομολόγοι ξένων και ελληνικών τραπεζών αλλά και αναλυτές διεθνών οίκων.

Προβλέπουν μάλιστα διψήφια άνοδο του ΑΕΠ (στην περιοχή του +12%) και στο γ’ τρίμηνο, ενώ καθώς το 80% των οικονομικών δεικτών βρίσκεται σε φάση ισχυρής ανάκαμψης και τα τουριστικά έσοδα, ξεπερνώντας τις προσδοκίες, αναμένεται να κυμανθούν εφέτος άνω των 12 δισ. ευρώ (από 18 δισ. ευρώ το 2019 και 6 δισ. ευρώ το 2020), δεν αποκλείουν η ανάπτυξη του 2021 να ξεπεράσει το 8%, αρκετά πάνω δηλαδή από τη νέα πρόβλεψη κατά 5,9% της κυβέρνησης.

Συνδυαστική στήριξη

Από την άλλη πλευρά, εκτιμάται πως η χώρα εισέρχεται σε έναν 5ετή τουλάχιστον ανοδικό κύκλο ισχυρής ανάπτυξης, καθώς οι ροές από το Ταμείο Ανάκαμψης και το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο παρέχουν πρωτοφανή συνδυαστική στήριξη.

Η χρηματοδότηση και τελική δαπάνη την περίοδο 2021-2026 θα φθάσει από το Ταμείο Ανάκαμψης ως τα 60 δισ. ευρώ (€18 δισ. επιχορηγήσεις και €13 δισ. δάνεια, ενώ έως €29 δισ. αφορούν ιδιωτικά κεφάλαια και τραπεζικά δάνεια), ενώ 41 δισ. αναμένονται μέσω του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου.

Δηλαδή οι ετήσιες χρηματοδοτικές ροές θα είναι τριπλάσιες σε σχέση με την προηγουμένη 20ετία. Τα κεφάλαια αυτά επαρκούν μάλιστα για να καλύψουν το επενδυτικό κενό που δημιουργήθηκε στη χώρα τα χρόνια της 10ετούς κρίσης που έφθασε τα 97 δισ. ευρώ.

Το τραπεζικό σύστημα επίσης δείχνει έτοιμο για έναν πολυδιάστατο ρόλο, καθώς τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα θα βρεθούν σε μονοψήφια επίπεδα το 2022, ενώ οι χορηγήσεις προς τον ιδιωτικό τομέα που έφθασαν τα 7 δισ. ευρώ την περίοδο 2020 – 30.6. 2021 αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά τα επόμενα χρόνια χρηματοδοτώντας την οικονομία.

Αναθεώρηση

Η ελληνική οικονομία ανακάμπτει δυναμικά σε υψηλό 15ετίας για την περίοδο 2021-2022 και έχει τη μοναδική ευκαιρία να θέσει ισχυρά θεμέλια για μακροχρόνια ανάπτυξη, υποστηρίζει η Εθνική Τράπεζα.

Προβλέποντας ανάκαμψη τύπου «V», με τις επενδύσεις και τα επιχειρηματικά κέρδη στο δεύτερο τρίμηνο να υπερβαίνουν τις επιδόσεις του 2019, προχώρησε μάλιστα σε ανοδική αναθεώρηση των εκτιμήσεών της για την ελληνική οικονομία εφέτος αναμένοντας ανάπτυξη 7,5%, με το ΑΕΠ να ενισχύεται κατά 12% ετησίως το τρίτο τρίμηνο και κατά 5,5% το τέταρτο τρίμηνο του έτους.

Οι συνολικές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών κινούνται σε ιστορικά υψηλά τόσο ως προς το ΑΕΠ όσο και σε αξία, ενώ αναμένονται σε ακόμη υψηλότερο επίπεδο το 2022.

Δυναμικά κινείται ο ελληνικός επιχειρηματικός τομέας το 2021, ο οποίος εκτιμάται ότι μέσα στη χρονιά θα καλύψει σε μεγάλο βαθμό τις απώλειες πωλήσεων της πανδημίας (ύψους περίπου €40 δισ.).

Αρχίζουν να συντρέχουν σταδιακά και οι προϋποθέσεις για ισχυρή ανάκαμψη των ιδιωτικών επενδύσεων παγίου κεφαλαίου, αλλά και η ενδεχόμενη αποτύπωση των θετικών προοπτικών της οικονομίας στις αποτιμήσεις των ελληνικών περιουσιακών στοιχείων και χρεογράφων.

Ευκαιρίες

Το νέο παραγωγικό πρότυπο αναδεικνύει ευκαιρίες για τις ελληνικές επιχειρήσεις, ενώ βασικοί κλάδοι που ξεχωρίζουν είναι:

α. Ενέργεια και Πληροφορική, κλάδοι που λειτουργούν ως καταλύτες στην πορεία προς το νέο παραγωγικό πρότυπο, αυξάνοντας συνολικά την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής επιχειρηματικότητας. Μόνο στην ενέργεια αναμένονται την ερχόμενη 10ετία επενδύσεις 40-50 δισ. ευρώ.

β. Βιομηχανία και Τουρισμός, ως εξωστρεφείς κλάδοι μπορούν να προσελκύσουν εισπράξεις, κερδίζοντας μερίδια στις αγορές του εξωτερικού. Οι εξαγωγές στη βιομηχανία ως το 2026 εκτιμάται πως θα αυξηθούν κατά 13 δισ. ευρώ, ενώ τα τουριστικά έσοδα από τα 19 δισ. ευρώ το 2019 αναμένεται να αυξηθούν κατά επιπλέον 12 δισ. ευρώ ως το 2026.

γ. Κατασκευές, ως ο κλάδος που θα «χτίσει την επόμενη μέρα», καθώς οι επενδύσεις σε υποδομές και εγκαταστάσεις είναι το στάδιο που θα προηγηθεί της παραγωγικής επέκτασης των λοιπών κλάδων.

Ψηλά ο πήχης

Ξένοι οίκοι προχώρησαν σε μπαράζ αναβαθμίσεων των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας. Η Capital Economics ανέβασε π.χ. τον πήχη της ανάπτυξης στο 8,5% εφέτος για την Ελλάδα, έναντι 8,6% της Scope Ratings.

Η UBS σημείωσε επίσης πως τα στοιχεία του β΄ τριμήνου δείχνουν πως το ΑΕΠ της Ελλάδας έχει ανακάμψει πλήρως από το πανδημικό σοκ αναθεωρώντας τις προβλέψεις της για ανάπτυξη στο 7,9 εφέτος (από 6,6% προηγουμένως) και στο 6% το 2022 (από 5% προηγουμένως).

Σύμφωνα με την UBS, τα διαθέσιμα δεδομένα δείχνουν μια συνεχή ανάκαμψη της δραστηριότητας στο τρίτο τρίμηνο, ενώ και οι αφίξεις των τουριστών τον Ιούλιο και τον Αύγουστο έχουν αυξηθεί σημαντικά σε σχέση με τα επίπεδα του 2020, όπως και οι κρατήσεις για τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο.

Παράλληλα, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες βρίσκονται σε πορεία προς μονοψήφιο δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων έως το 2022, ενώ ο τομέας θα μπορούσε να συμβάλει στη χρηματοδότηση της ανάκαμψης της χώρας, την ώρα που η ελληνική οικονομία αναμένεται να επωφεληθεί και από τις ροές του Ταμείου Ανάκαμψης.

«Ολική επαναφορά»

Για «ολική επαναφορά» της ελληνικής οικονομίας στα προ κορονοϊού επίπεδα από τα στοιχεία-έκπληξη στο δεύτερο τρίμηνο, όπου το ελληνικό ΑΕΠ βρέθηκε σχεδόν 1% υψηλότερα από τα προ πανδημίας επίπεδα, την ώρα που το ΑΕΠ της ευρωζώνης παρέμεινε 2,5% χαμηλότερα από τα επίπεδα όπου βρισκόταν το δ΄ τρίμηνο του 2019, πριν δηλαδή «χτυπήσει» η πανδημία, έκανε λόγο η JP Morgan.

Για τη Moody’s Analytics η Ελλάδα «σημειώνει υποδειγματική ανάρρωση μετά την COVID-19».

Η ανάπτυξη τροφοδοτείται από τις επενδύσεις οι οποίες αναμένεται να εκτιναχθούν στο υψηλότερο επίπεδο της δεκαετίας το 2022, την ώρα που η εμπιστοσύνη που δείχνουν οι διεθνείς επενδυτές αποτυπώνεται και στις ομολογιακές εκδόσεις.

Δεδομένου ότι και στο 3ο τρίμηνο αναμένεται να σημειώσει διψήφια αύξηση του ΑΕΠ (+11,7%), ο ρυθμός ανάπτυξης το 2021 θα φθάσει το 8,2% έναντι 5,1% το 2022, με την ελληνική οικονομία να ανήκει πλέον στις επτά χώρες της ευρωζώνης που ανακάμπτουν πλήρως σε επίπεδο πραγματικού ΑΕΠ.

Οι εμβολιασμοί

Η ελληνική οικονομία ανακάμπτει με ταχύτερους ρυθμούς από ό,τι αναμενόταν από το σοκ του κορονοϊού, διαπιστώνει και η ΒΝΡ Paribas, καθώς το ΑΕΠ μετά τα στοιχεία του β’ εξαμήνου βρίσκεται ήδη 0,6% υψηλότερα από τα προ κορονοϊού επίπεδα, ενώ η ανεργία έχει υποχωρήσει στα χαμηλά 10ετίας, αν και σημειώνει πως μπορεί τα νούμερα αυτά να είναι ενθαρρυντικά, εν τούτοις εντάσσονται σε ένα υγειονομικό περιβάλλον αβέβαιο, καθώς το ποσοστό εμβολιασμού στη χώρα είναι πολύ χαμηλότερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Επίσης παρατηρεί πως, παρά την πτώση, η ανεργία στο 14,2% παραμένει πολύ υψηλή, ενώ η οικονομία είναι ακόμη συρρικνωμένη κατά 25% από ό,τι ήταν πριν από την κρίση του 2008 και το τραπεζικό σύστημα εξακολουθεί να είναι εύθραυστο.

Η κυκλική ανάκαμψη αποτελεί πάντως, σύμφωνα με τη γαλλική τράπεζα, καλό νέο για τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος πρόσφατα παρουσίασε μια σειρά από στοχευμένες ελαφρύνσεις για να στηρίξει την ανάκαμψη.

Στα ύψη, αν και διαχειρίσιμο, το χρέος

Με τα μέτρα στήριξης, απόρροια της πανδημίας, να φθάνουν τα 41 δισ. ευρώ, αναπόφευκτη ήταν η αύξηση του δημοσίου χρέους (στο 206% του ΑΕΠ), αν και ενισχυμένη θεωρείται και η παγίωση των χαρακτηριστικών που το καθιστούν διαχειρίσιμο.

Οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες ως προς το ΑΕΠ της Ελλάδας εκτιμώνται εξάλλου αρκετά κάτω του ορίου του 15% του ΑΕΠ ως το 2060.

Για τη Scope Ratings, αν και το προφίλ χρέους της Ελλάδας έχει ενισχυθεί αισθητά, το υψηλό απόθεμα  εξακολουθεί να εκθέτει τη χώρα σε επανεκτιμήσεις της αγοράς, ειδικά σε περίπτωση περιορισμού της στήριξης από την πλευρά της ΕΚΤ.

Τα ¾ του χρέους βρίσκονται πάντως στα χέρια των επίσημων φορέων, ενώ ως τις 22 Μαρτίου, που αναμένεται να ολοκληρωθεί το έκτακτο πρόγραμμα πανδημίας (PEPP), η ΕΚΤ με τον σημερινό ρυθμό αγορών θα έχει αποκτήσει (από το 36% σήμερα) το 50% του ελληνικού χρέους που διαπραγματεύεται ελεύθερα στις αγορές.

Οι αγορές ομολόγων από την ΕΚΤ θα συνεχιστούν κάτω από την ετικέτα του κλασικού προγράμματος APP, ενώ για την Ελλάδα, η οποία δεν μπορεί να συμμετέχει σε αυτό, καθώς δεν διαθέτει (μάλλον έως το 2023) την «επενδυτική βαθμίδα», εκτιμάται πως μετά το τέλος του PEPP ή τη λήξη του waiver (Ιούνιος 2022), η ΕΚΤ δεν θα αποσύρει (μέσω μιας ρύθμισης «γέφυρας») τη στήριξή της προς τη χώρα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟ ΒΗΜΑ

ot.gr