Τι αποκαλύπτει έρευνα – Πού καταγράφονται οι μεγαλύτερες αυξήσεις σύμφωνα με το ΙΕΛΚΑ
Μπροστά σε νέο γύρο ανατιμήσεων, όπως όλα δείχνουν, βρίσκεται η αγορά, με τις επιχειρήσεις να δηλώνουν ανήμπορες να συγκρατήσουν την αύξηση του κόστους παραγωγής.
Η ενεργειακή κρίση πυροδοτεί ακόμα ένα «κύμα» ακρίβειας, προκαλώντας την δυσαρέσκεια των καταναλωτών, πολλοί εκ των οποίων, έχουν περιορίσει τις αγορές τους στα απολύτως αναγκαία ενώ αρκετοί είναι εκείνοι που αγοράζουν φθηνότερα προϊόντα χαμηλότερης διατροφικής αξίας.
Η έρευνα
Αποκαλυπτική είναι η έρευνα του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας (ΒΕΑ), σύμφωνα με την οποία οι μισές επιχειρήσεις του Επιμελητηρίου εκτιμούν ότι οι τιμές των προϊόντων ή των υπηρεσιών τους θα αυξηθούν γύρω στο 10% εξαιτίας των ανατιμήσεων στην ενέργεια, ενώ ποσοστό 15% εκτιμούν ότι η αύξηση θα ξεπεράσει ακόμη και το 30%. Και όλα αυτά λόγω της αύξησης του ενεργειακού κόστους που επηρεάζει την αλυσίδα παραγωγής.
Το Ηλεκτρικό Ρεύμα από παρόχους κυριαρχεί ως μορφή ενέργειας και αποτελεί το βασικό ενεργειακό κόστος για το περίπου 95% των επιχειρήσεων. Με ποσοστά κάτω από το 10% φυσικό αέριο και πετρέλαιο, ενώ τα φωτοβολταϊκά αναλογούν σε ελάχιστο ποσοστό.
Διαβάστε επίσης: Πώς το ράλι των ενεργειακών τιμών ψαλιδίζει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς
Η ενέργεια, σύμφωνα με την έρευνα του ΒΕΑ αποτελεί κυρίαρχο συντελεστή κόστους (άνω του 20%) για το ένα τρίτο των βιοτεχνικών επιχειρήσεων. Σημαντικές αυξήσεις τιμών, πάντως, ετοιμάζουν ακόμη και εκείνες οι επιχειρήσεις που δεν εξαρτώνται υπέρμετρα από το ενεργειακό κόστος.
Οι μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών
Την ίδια στιγμή, τα αποτελέσματα μελέτης του ΙΕΛΚΑ δείχνουν ότι η πορεία των τιμών στην Ελλάδα είναι αυξητική τους τελευταίους μήνες, αλλά παράλληλα καλύτερη του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Σύμφωνα με τα δημοσιευμένα στοιχεία της Ελ.Στατ. (Ελληνική Στατιστική Αρχή) ο υπό-δείκτης τιμών καταναλωτή για την ομάδα των ειδών τροφίμων τον Ιούλιο του 2021 καταγράφεται αυξημένος σε σχέση με τον Ιανουάριο 2020 κατά 0,41 (πριν την έναρξη της πανδημίας COVID-19) και κατά 1,73 σε σχέση με τον Ιούλιο 2020.
Όσον αφορά επιμέρους ομάδες τροφίμων, η μεγαλύτερη αύξηση καταγράφεται στα νωπά φρούτα κατά 13,31% και στο αρνί και κατσίκι κατά 6,24%. Όσον αφορά τις τιμές των φρούτων, αυτές είναι αυξημένες λόγω των καιρικών συνθηκών του φετινού καλοκαιριού, ενώ οι τιμές του αρνιού παραμένουν αυξημένες. Οι ομάδες των νωπών λαχανικών έχουν μεν αρκετά χαμηλότερες τιμές σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2020 κατά 13,28%, αλλά συγκριτικά με τον Ιούλιο 2020 είναι και αυτές αυξημένες κατά 8,01%. Οι υπόλοιπες ομάδες καταγράφουν μικρότερες διακυμάνσεις με σαφή όμως την επίδραση των αυξήσεων των διεθνών τιμών πρώτων υλών.
Επίσης, ο δείκτης διεθνών τιμών πρώτων υλών (commodities) τροφίμων παραμένει σημαντικά αυξημένος σε σχέση με πριν την πανδημία COVID-19 κατά 24,34% σε σχέση με τον Ιανουάριο 2020. Όλοι οι επιμέρους δείκτες παρουσιάζουν αυξήσεις (δημητριακά, έλαια, κρέας, γαλακτοκομικά, ζάχαρη) με μεγαλύτερες αυξήσεις από αυτές να καταγράφονται στα φυτικά έλαια και στα δημητριακά.
Οι αυξήσεις οφείλονται κυρίως στην αποδοτικότητα της παραγωγής στις μεγάλες παραγωγούς χώρες και στην αύξηση της ζήτησης από τις χώρες της Ασίας. Αρκετές από αυτές τις μεταβολές επηρεάζουν την παραγωγή τροφίμων στην Ελλάδα λόγω των εισαγόμενων πρώτων υλών, αλλά και τις εισαγωγές τελικών τροφίμων και ποτών από τις διεθνείς αγορές.
OT.gr Newsroom